Τρίτη Ηλικία – Μια διαφορετική όψη
Τα γηρατειά είναι η εποχή της δύσης της ζωής του ανθρώπου. Ο ηλικιωμένος κοιτάζει προς τα πίσω να θυμηθεί τις λεπτομέρειες της ζωής του και κάνει τον απολογισμό του. Συνήθως αισθάνεται μελαγχολία γι ‘αυτά που δεν πρόκειται να ξανάρθουν και θλίψη για όσα δεν έγιναν και έμειναν ανεκπλήρωτα. Ωστόσο η άποψη ότι τα γηρατειά είναι περίοδος θλίψης και δυστυχίας καταρρίπτεται μιας και η ποιότητα της εμπειρίας στα γηρατειά εξαρτάται κατά πολύ από το ίδιο το άτομο, από τον τρόπο που επεξεργάζονταν τις εμπειρίες και αντιμετώπιζε τις αντιξοότητες της ζωής στο παρελθόν. Σε μια εκτεταμένη έρευνα που έγινε για λογαριασμό της Αμερικανικής Εθνικής Επιτροπής σε θέματα γηρατειών βρέθηκε ότι η χρονολογική ηλικία αυτή καθαυτή δεν ήταν έγκυρος δείκτης ικανοποίησης. Αντίθετα το εισόδημα, η μόρφωση και το επίπεδο απασχόλησης έχουν αποδειχτεί ισχυρότεροι δείκτες ικανοποίησης από τη ζωή. Συγκεκριμένα βρέθηκε ότι οι ηλικιωμένοι που έμπαιναν στην περίοδο των γηρατειών μ’ ένα μυαλό γεμάτο γνώσεις, ιδέες και επιτυχημένες προηγούμενες εμπειρίες καθώς και αυτοί που μπορούσαν να διατηρήσουν τις δραστηριότητες γύρω από τις οποίες είχαν οργανώσει τη ζωή τους είχαν περισσότερες πιθανότητες να νιώθουν περισσότερο ικανοποιημένοι και να είναι πιο ευτυχισμένοι.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι κοινωνικοί στατιστικολόγοι θεωρούσαν τα 65 χρόνια σημείο έναρξης της τρίτης ηλικίας. Σήμερα, ωστόσο, μεταθέτουν αυτό το όριο στα 75. Κάτι τέτοιο τους φαίνεται απλώς λογικότερο με βάση τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής και τα μεταβαλλόμενα χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν οι πληθυσμοί των ανεπτυγμένων κοινωνιών.
Οι δημογραφικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών θέτουν την πολιτεία αντιμέτωπη με το οξύ πρόβλημα της πληθωρικής διόγκωσης του πληθυσμού των ατόμων της τρίτης ηλικίας. Μέσα σε τέσσερις δεκαετίες η αναλογία των ηλικιωμένων μέσα στο γενικό πληθυσμό έχει διπλασιαστεί, με μεγαλύτερη γενική αύξηση στην αναλογία των γυναικών.
Η γήρανση αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία μη αναστρέψιμων μεταβολών που τελούνται σε επίπεδο κυττάρων και επέρχονται προοδευτικά με την πάροδο του χρόνου (Cauley, Dorman, &Ganguli, 1996). Βέβαια οι μεταβολές στο γήρας δεν είναι μόνο βιολογικές αλλά σύμφωνα με τους ψυχολόγους, το γήρας είναι συνισταμένη των κοινωνικών συνθηκών, διάφορων άλλων επιδράσεων και του τρόπου ζωής.
Μερικές από τις σημαντικότερες αλλαγές που παρατηρούνται με την έναρξη των γηρατειών είναι αλλαγές στο σώμα: ύψος, δέρμα, οστά, συνδετικός ιστός και μυικές ίνες, στις ζωτικές λειτουργίες: πνεύμονες, εγκέφαλος, αναπνοή, καρδιοαγγειακό σύστημα, πεπτικό σύστημα, συκώτι, νεφρά, ουροδόχος κύστη και στο κεντρικό νευρικό σύστημα: όραση, ακοή, γεύση-όσφρηση και σωματικές αισθήσεις.
Επιπρόσθετα η Τρίτη ηλικία είναι μια ευαίσθητη περίοδος για το λόγω ότι το άτομο βγαίνει από την παραγωγική εργασία γεγονός που έχει σαν συνέπεια μαζί με την έκπτωση των σωματικών ικανοτήτων να αρχίζουν και προβλήματα ψυχικής υγείας. Στην εποχή μας η εργασία και η επαγγελματική ζωή είναι συνδεδεμένες με τον προσδιορισμό της ταυτότητας του ατόμου και της ψυχολογικής ευεξίας (Lemme, 1995). Η δουλειά προσφέρει οικονομική ανεξαρτησία, προσωπική ικανοποίηση και ολοκλήρωση, καθώς και φιλίες. Κατά συνέπεια η απομάκρυνση από την παραγωγική εργασία με τη συνταξιοδότηση μπορεί να σημαίνει χαμηλή αυτοεκτίμηση, απόσυρση, κοινωνική απομόνωση, μοναξιά, και μειωμένη ικανοποίηση από τη ζωή. Βέβαια-Όμως τέτοιες επιπτώσεις εμφανίζονται σε αυξημένα ποσοστά σε άτομα που καθόριζαν τον εαυτό τους με βάση το επάγγελμα τους και βάσιζαν την πλήρη ταυτότητά τους στη δουλειά και όχι σε αυτούς που έχουν ευκαιρίες για ικανοποίηση και διατήρηση της αίσθησης του εαυτού από άλλες πηγές και δραστηριότητες που δεν αλλάζουν μετά τη συνταξιοδότηση. Η συνταξιοδότηση δεν είναι αναγκαστικά κάτι κακό ούτε όμως και κάτι εύκολο που έχει μόνο θετικά χαρακτηριστικά. Είναι μια μείζων μεταβολή στη ζωή του ανθρώπου, η οποία απαιτεί το ίδιο μεγάλη ικανότητα προσαρμογής όπως και οι μεταβατικές περίοδοι σε άλλες φάσεις της ζωής του.
Η ποιότητα της προσαρμογής του ατόμου στη σύνταξη επηρεάζει επίσης τις σχέσεις του ζευγαριού, καθώς έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή κατά τη συνταξιοδότηση δημιουργεί ψυχολογικές εντάσεις που έχουν επίπτωση στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι είναι το αίσθημα εγκατάλειψης από το περιβάλλον τους. Στην Ελλάδα, η οικογένεια ακόμη φέρει το βάρος της περίθαλψης των ηλικιωμένων, και αυτό διότι οι ηλικιωμένοι στη χώρα μας δεν έχουν επιλογές διεξόδων προνοιακών παροχών όπως έχουν οι ηλικιωμένοι στις βόρειες χώρες. Διαφαίνεται, ωστόσο, ότι τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικογενειακή ζωή θα κινείται προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Σε μια έρευνα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας το 71,5 % των Ελλήνων ηλικιωμένων ανάφεραν ότι οι οικογένειες αρχίζουν να είναι λιγότερο πρόθυμες να βοηθήσουν.
Όσον αφορά τη στάση της πολιτείας απέναντι στην Τρίτη ηλικία παρατηρείται ότι δεν είναι αυτή που πρέπει καθώς δεν εκδηλώνει τη φροντίδα που επιβάλλεται. Στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου η προστασία της υγείας των υπερηλίκων αποτελεί βασικό τομέα της κρατικής υγειονομικής πολιτικής, ενώ οι ειδικότητες της γηριατρικής και της γεροντολογίας έχουν καθιερωθεί ως ιδιαίτεροι κλάδοι της ιατρικής. Στην Ελλάδα, αντίθετα, δε λειτουργούν εξειδικευμένες γηριατρικές μονάδες, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα οι υπερήλικες να εξυπηρετούνται από τις γενικές υγειονομικές υπηρεσίες.
Επιπλέον, οι συντάξεις των ηλικιωμένων είναι από τις χαμηλότερες της Ευρωπαϊκής Ένωσης γεγονός που οδηγεί σε οικονομική ανέχεια κάτι που με τη σειρά του ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την κοινωνική απομόνωση των ηλικιωμένων.
Η κοινωνία αντιμετωπίζει τους ηλικιωμένους σαν να έχουν λιγότερη αξία από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Ο όρος «γέρος» αποτελεί τόσο στίγμα, όσο και κατηγορία. Το ερώτημα «τι νόημα έχει να είσαι γέρος;» πλανιέται συνέχεια γύρω μας.
Ωστόσο οι ηλικιωμένοι παραμένουν πολύτιμοι για την κοινωνία καθώς μέσα από αυτούς εδώ και πολλούς αιώνες μεταδίδεται από γενιά σε γενιά η ιστορία, οι αξίες και ο πολιτισμός. Ακόμα και σήμερα παρ’ όλα τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας ο ρόλος του ηλικιωμένου, σαν διαβιβαστή πληροφοριών , παραμένει σημαντικός. Τα βιβλία και οι ταινίες συσσωρεύουν και μεταδίδουν πληροφορίες, ωστόσο, μόνο ένα αληθινό άτομο μπορεί να μας μεταδώσει την ξεχωριστή αίσθηση μιας συγκεκριμένης γενιάς.
Οι ηλικιωμένοι δεν είναι πολύτιμοι μόνο για μας, αλλά και για τον ίδιο τον εαυτό τους. Εκείνοι που παραβλέπουν την αρνητική στάση της κοινωνίας , αναπτύσσουν συνήθως έντονη την αίσθηση της αξίας τους. Όπως επισημαίνει και ο Schroots, οι ηλικιωμένοι στην πλειοψηφία τους έχουν και τη ζωτικότητα και την ευελιξία να δραστηριοποιούνται σε επίπεδο ικανοποιητικό (Schroots, Fernandez-Ballesteros, & Rudinger, 1998, s.4). Σ’ αυτήν την φάση της ζωής τους, οι ευκαιρίες που τους προσφέρονται για ευχαρίστηση και αυτοπραγμάτωση είναι αρκετές καθώς έχουν πλέον το χρόνο να ασχοληθούν με κάποιο ενδιαφέρον ή ταλέντο που έχουν. Έτσι ο ηλικιωμένος αρχίζει σιγά-σιγά να εκτιμά την απελευθέρωσή του από το πιεστικό ωράριο, την ένταση του ανταγωνισμού και τη μονοτονία της καθημερινής ρουτίνας και εφοδιασμένος καθώς είναι από την πολύχρονη πείρα και γνώση-γνωρίζει περισσότερα γύρω από πολλά θέματα και γίνεται πιο έμπειρος στη χρησιμοποίηση των ικανοτήτων που έχει αναπτύξει με τα χρόνια- είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί το χρόνο του καλύτερα απ’ ότι τότε που ήταν νέος. Έτσι βρίσκοντας δραστηριότητες που έχουν νόημα για τον ίδιο και που του προσφέρουν στόχους, επιτυγχάνει την ψυχική του ευεξία, η οποία αντανακλάται σε όλους τους τομείς της ζωής του. Είναι η εποχή που ο άνθρωπος έχοντας τη σοφία της ζωής, μπορεί να δει τον κόσμο με άλλα μάτια, να χαρεί και να δώσει σημασία σε απλά πράγματα που όταν ήταν νέος δεν είχε την ωριμότητα να εκτιμήσει.
Κάποτε αναρωτιόμουνα έντονα τι αξία έχει να γερνάμε, τώρα πια όχι. θέλω να ζήσω τα γηρατειά μου με την ίδια πληρότητα που έζησα τα παιδικά χρόνια και την εφηβεία μου. Αν και δεν μπορούμε να παραλείψουμε τα δυσάρεστα βιολογικά γεγονότα των γηρατειών , παρ’ όλα αυτά δεν πρέπει να τα αφήσουμε να κυριαρχήσουν πάνω μας. Αν και το σώμα μας περνάει τη φθινοπωρινή του εποχή, εμείς μπορούμε να συνεχίζουμε να ανθίζουμε και να ανακαλύπτουμε καινούρια ύψη και βάθη εμπειρίας.
«Πως θα είμαι όταν γεράσω?» η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποιος είμαι σήμερα. Γιατί τα γηρατειά δεν είναι παρά το επιστέγασμα της ολοκλήρωσης που αγωνιστήκαμε να πετύχουμε σε ολόκληρη τη ζωή μας (D.S. Woodruff & J.E. Birren, 1975).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Cauley, J. A., Dorman, J. S., & Ganguli, M. (1996). Genetic and aging epidemiology. The merging of two disciplines. Neurologic Clinics, 14, 467-475.
Kastenbaum, R. The Old Person: In Stereotype, Reality, and Potentiality. In R. Kastenbaum, Humans Developing: A Lifespan Perspective.
Lemme, B. H. (1995). Development in adulthood.
Schroots, J. J. F., Fernandez-Ballesteros, R., & Rudinger, G. (1998). Introduction. In J. F. Schroots, R. Fernandez- Balesteros, &G. Rudinger (Eds.), Aging in
D.S. Woodruff & J.E. Birren (Eds.), Aging: Scientific Perspectives and Social Issues. NY: D.van Nostrand, 1975.
Σχόλια